Περίπου 100.000 είναι οι συνταξιούχοι που από τον Σεπτέμβριο αναμένεται να λάβουν αναδρομικά από τον ΕΦΚΑ.
Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για αναδρομικά από επανυπολογισμούς συντάξεων ατόμων που συνταξιοδοτήθηκαν μετά το 2016 και έχουν πάνω από 30 συντάξιμα έτη. Δικαιούχοι επίσης είναι απόστρατοι και τραπεζοϋπάλληλοι.
Το πρώτο πακέτο αναδρομικών θα καταβληθεί οριστικά τον Σεπτέμβριο και θα αφορά περίπου 70.000 απόστρατους. Πρόκειται για αναδρομικά ύψους 1.200 έως 3.500 ευρώ.
Τα ποσά αυτά αντιστοιχούν σε 27 μήνες και προκύπτουν από τη μείωση των κρατήσεων που επιβάλλονταν σε συντάξεις και μερίσματα με άθροισμα άνω των 1.000 ευρώ, βάσει του νόμου 4093/2012.
Τα αναδρομικά προέρχονται από το γεγονός ότι η μείωση του νόμου 4093 έπαψε να επιβάλλεται με νόμο από τον Απρίλιο του 2023 στα μερίσματα που λαμβάνουν οι απόστρατοι από τα μετοχικά τους ταμεία και έμεινε μόνο στις κύριες συντάξεις.
Αυτή η μεταβολή προκάλεσε αυξήσεις σε πολλούς συνταξιούχους καθώς στον υπολογισμό της κλίμακας μειώσεων δεν λαμβάνεται πλέον υπόψη το μέρισμα, αλλά μόνο η σύνταξη.
Επανυπολογισμοί
Στον «χορό» των αναδρομικών ακολουθούν άλλες 30.000 περιπτώσεις από τα 29 πρώην Ταμεία που βρίσκονται στη διαδικασία επανυπολογισμού και (σταδιακής) καταβολής αναδρομικών.
Πρόκειται κυρίως για εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα που συνταξιοδοτήθηκαν μετά το 2016.
Όπως εκτιμούν οι νομικοί που εξειδικεύονται στο ασφαλιστικό, περίπου 10.000 συνταξιούχοι που αποχώρησαν από την εργασία τους μετά τον Μάιο του 2016 βρίσκονται χωρίς να το γνωρίζουν σε καθεστώς καθυστέρησης στην απονομή των αναδρομικών και της προσαύξησης που δικαιούνται βάσει του νόμου 4670/2020 (νόμος Βρούτση).
Στους εν λόγω συνταξιούχους, παρότι έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης, δεν έχει γίνει ο απαραίτητος επανυπολογισμός της σύνταξής τους και ως εκ τούτου δεν έχουν λάβει ούτε τα αυξημένα μηνιαία ποσά ούτε τα αναλογούντα αναδρομικά.
Συγκεκριμένα, κάποιοι έχουν λάβει ένα μέρος των αναδρομικών αλλά η προσαύξηση στη σύνταξή τους δεν έχει αποτυπωθεί στα μηνιαία εκακαθαριστικά σημειώματα, ενώ άλλοι έχουν λάβει την προσαύξηση και περιμένουν τα αναδρομικά.
Οι εκκρεμείς υποθέσεις αφορούν ασφαλισμένους με βαρέα, διαδοχική ασφάλιση, καθώς και διπλή – παράλληλη ασφάλιση.
Πρόκειται για ασφαλισμένους που, ενώ πληρούν τα κριτήρια προσαύξησης της ανταποδοτικής τους σύνταξης, δεν έχουν συμπεριληφθεί στις ολοκληρωμένες εκκαθαρίσεις λόγω των καθυστερήσεων από τις ιδιωτικές εταιρείες στις οποίες ο e-ΕΦΚΑ έχει αναθέσει το σχετικό έργο.
Όπως προβλέπει ο νόμος Βρούτση, όσοι συνταξιοδοτήθηκαν με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης θα έπρεπε να είχαν λάβει αυξήσεις βάσει των βελτιωμένων ποσοστών αναπλήρωσης του Ν. 4670/2020.
Για παράδειγμα:
- Στα 31 έτη ασφάλισης αντιστοιχεί προσαύξηση 1,08% στην ανταποδοτική σύνταξη.
- Στα 40 έτη η προσαύξηση φτάνει το 7,2%.
- Σε ενδιάμεσες περιπτώσεις εφαρμόζονται αναλογικά ποσοστά.
Το παράδειγμα
Σύμφωνα με ένα από τα παραδείγματα, εργαζόμενος του ιδιωτικού τομέα που συνταξιοδοτήθηκε το 2018 λαμβάνει ανταποδοτική σύνταξη 691 ευρώ, με συντελεστή αναπλήρωσης 42,9, καθώς ο εν λόγω ασφαλισμένος έχει διανύσει 40 έτη ασφάλισης.
Το 2022 η ανταποδοτική σύνταξη έχει αυξηθεί στα 786 ευρώ λόγω των ετήσιων αυξήσεων που δόθηκαν στις συντάξεις.
Ωστόσο, ο συγκεκριμένος ασφαλισμένος έπρεπε σήμερα, με βάση τους βελτιωμένους συντελεστές του νόμου Βρούτση, να λαμβάνει ανταποδοτική σύνταξη 925 ευρώ συν την εθνική σύνταξη που ορίζεται φέτος στα 436,40 ευρώ, σύνολο 1.361,40 ευρώ.
Δηλαδή ο εν λόγω συνταξιούχος έχει απώλεια 139 ευρώ μηνιαίως, ενώ στα πέντε χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την εφαρμογή του νόμου θα πρέπει να διεκδικήσει αναδρομικά ύψους 8.340 ευρώ.