Η Ανάληψη του Κυρίου μας
αποτελεί την κορωνίδα των Δεσποτικών εορτών
Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
«Ανέβη ο Θεός εν αλαλαγμώ,
Κύριος εν φωνή σάλπιγγος»
Η Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού αποτελεί την κορωνίδα των Δεσποτικών εορτών, το κόσμημα των κοσμημάτων στο πανάχραντο Σώμα του Χριστού μας. Κι αυτό συμβαίνει, διότι η Ανάληψη είναι το πλήρωμα των εορτών. Ο Άγιος Επιφάνιος Κύπρου αναφέρει, πως όλες οι Δεσποτικές εορτές είναι σημαντικές και μεγάλες, συνδέονται δε μεταξύ τους, και όλες μαζί συμπληρώνουν τον σκοπό της παρουσίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού στην γη. Και ως να διαγράφεται μία κλίμακα, η οποία έχει ως πρώτη και σημαντική βαθμίδα την κατάβαση του Θεού στην γη και την ένωσή Του με την ανθρώπινη φύση, και την παρθενική Αυτού γέννηση εκ της Θεοτόκου Μαρίας. Ως τελευταία βαθμίδα, η οποία όχι μόνο αγγίζει τον Ουρανό, αλλά ολοκληρώνεται στο υποπόδιο του θρόνου του Θεού, την ένδοξο πανήγυρη, της του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού Αναλήψεως.
Συγκατάβαση, κένωση και Άκρα Ταπείνωση, αποτελεί η εξ ουρανού κατάβαση του Χριστού μας. Ανύψωση Εκείνου αλλά και συνανύψωση όλων ημών των πιστών, η εις ουρανούς θεία Ανάληψή Του. Λέει ο Απόστολος Παύλος: «συνήγειρε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις». Μας συνανέστησε ο Χριστός και μας τοποθέτησε να καθίσουμε μαζί Του στην επουράνια δόξα Του.
Μέσα από τα αναγνώσματα της εορτής της Αναλήψεως διαπιστώνουμε, ότι η Εκκλησία μας, αναφέρει τρία ρήματα: «Ανελήφθη -Επήρθη - Υψώθη». Το ρήμα «Ανελήφθη», περιέχει όλο το λαμπρό, το αφάνταστο και απερίγραπτο μεγαλείο και ουράνιας λαμπρότητος περιεχόμενο της Αναλήψεως. Το ρήμα «Επήρθη» περιέχει αυτή την ένδοξη άνοδο από την γη εις τα άνω, ώστε σιγά-σιγά να ανέρχεται και βαθμιαίως, να εισέρχεται ο Χριστός από δόξης εις δόξαν, για να φτάσει τέλος, στα ύψη της θείας δόξης και λαμπρότητος, που σημαίνει το «Υψώθη» και το «εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού και Πατρός», ισότιμος και σύνθρονος και ομόδοξος με τον Πατέρα Του.
Ως Θεός ο Χριστός μας, ως άναρχος Λόγος και Υιός Μονογενής ομοούσιος και ομοδύναμος, ουδέποτε χωρίσθηκε από τον Πατέρα, αφού και όταν εσαρκώθη και έγινε άνθρωπος, «όλος ην εν τοις κάτω και των άνω ουδόλως απήν ο απερίγραπτος Λόγος». Αναλαμβάνεται, λοιπόν τώρα, και επαίρεται και υψώνεται μετά το Πάθος, τον Σταυρό και την Ανάσταση και ως πανένδοξος και πανίσχυρος εξουσιαστής και Βασιλεύς ουρανού και γης, κάθεται εκ δεξιών του Πατρός, ως Θεάνθρωπος και Σωτήρας, και Λυτρωτής, και Μέγας Αρχιερεύς, και Μεσίτης των ανθρώπων.
Απερίγραπτη είναι η δόξα και η λαμπρότητα της θείας Αναλήψεως! Γι’ αυτό και οι Απόστολοι δεν χόρταιναν να την βλέπουν. Αν και την αρχή της μόνο είδαν, όχι και το τέλος της, όπως λέει ο Ιερός Χρυσόστομος.
Αναφέρει ο Άγιος Επιφάνιος Κύπρου: «Κανείς δεν ανέβηκε στον ουρανό, παρά μόνον Εκείνος που κατέβηκε απ’ τον ουρανό, ο Υιός του ανθρώπου, ο οποίος βρίσκεται πάντοτε στον ουρανό. Ο καλός ποιμένας, που άφησε τα ενενήντα εννέα πρόβατα – τούς αγγέλους – στα ουράνια όρη και έψαξε να βρει το απολωλός, και αφού το βρήκε, το σήκωσε στους φιλάνθρωπους ώμους του, το έφερε στο ουράνιο λιμάνι, και προσφέροντάς το σαν δώρο στον ουράνιο Πατέρα, του λέγει: «Βρήκα, Πάτερ, το πλανεμένο πρόβατο, εκείνο που ο απατεώνας όφις, με δόλιους τρόπους και τεχνάσματα εξαπάτησε και στους δρόμους της κακίας το παρέσυρε, και με την λάσπη της πολυθεΐας μόλυνε την καθαρότητα της γνώσεως του Θεού. Βλέποντάς το, λοιπόν, να πνίγεται μέσα στο βούρκο της μαλθακής ζωής, με το θεϊκό μου χέρι το άρπαξα γρήγορα, και ευσπλαχνικά το έπλυνα στα νερά του Ιορδάνη, και αφού το άλειψα με το μύρο της ευωδίας του Αγίου Πνεύματος – με το γεγονός της Αναστάσεως – τώρα έρχομαι φέρνοντας ως δώρο αντάξιο της θεότητός σου, το λογικό πρόβατο».
Αντιστεκόμενοι, λοιπόν και εμείς, και υπεραμυνόμενοι της δωρεάς και της Χάριτος του Θεού προς εμάς, να επιτύχουμε τα ετοιμασμένα αγαθά της Βασιλείας των Ουρανών, συνάμα δε, να αξιωθούμε να δούμε και να βλέπουμε διαρκώς το πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του Πατρός Αυτού και του Αγίου Πνεύματος μετά παρρησίας.